Πληροφορίες

Η φωτογραφία μου
ΙΝΣΤΙΤΟΥΤΟ ΣΥΓΧΡΟΝΗΣ ΤΕΧΝΗΣ ART-ACT SFAELOU 3. 11522 ATHENS GREECE CONTEMPORARY ART INSTITUTE ART-ACT SFAELOU 3. 11522 ATHENS GREECE THE CONTEMPORARY ART INSTITUTE ART-ACT SFAELOU 3. 11522 ATHENS GREECE, COLLECTED AND COLLATED INFORMATION (Media) FOR THE WORK OF VISUAL ARTISTS GRADUATES AND STUDENTS OF THE SCHOOL OF FINE ARTS. PURPOSE IS AN ARCHIVE OF RESEARCH AND STUDY. IF YOU ARE INTERESTED SEND POSTAL (NOT REGISTERED, COURIER, WEBSITES, E-MAIL) WHAT YOU THINK YOU HOW TO (BIOGRAPHY, PUBLICATIONS, DOCUMENTS, PHOTOS PROJECTS, DVD, CD-R, LISTS OF REPORTS, etc.). THE MATERIALS WILL NOT BE RETURNED. CHRISTOS THEOFILIS PHONE NUMBER.: 6974540581 ADDRESS .: ART-ACT SFAELOU 3. 11522 ATHENS GREECE ART-CRITIC,CURATOR OF ART EXHIBITIONS,PERMANENT PARTNER OF THE NEWSPAPERS http://www.avgi.GR http://www.kte.gr/ JOURNAL INVESTOR -CULTURE http://www.xronos.gr / http://www.ihodimoprasion.gr/ http://www.edromos.gr/ MAGAZINE INFORMER



Οκτάβιος και Μέλπω Μερλιέ























Αρχειοθήκη ιστολογίου

Δευτέρα 9 Ιουνίου 2008

Η γενιά της κατοχής / του Δημήτρη Νιάνια 21-12-2007

Αναδημοσίευση από τη «Νέα Πολιτική» με άδεια της διεύθυνσης του περιοδικού



Ίσως η τελευταία σημαντική γενιά που παρήγαγε η νεότερη Ελλάδα να υπήρξε η «γενιά της κατοχής», δηλαδή η γενιά που έζησε στην εφηβεία της τα τραγικά γεγονότα της περιόδου 1936-1946 και προσδιορίσθηκε απ' αυτά, αποκτώντας μία καθοριστική συλλογική εμπειρία.



Χρονολογικά, τα μέλη της γενιάς αυτής γεννήθηκαν μεταξύ των ετών 1920 και 1925, δηλαδή μεταξύ της μικρασιατικής εκστρατείας και της δικτατορίας του Παγκάλου. Το εξαιρετικό μεσοπολεμικό εκπαιδευτικό σύστημα, προϊόν των μεταρρυθμίσεων της βενιζελικής περιόδου, διαμόρφωσε προσωπικότητες με βαθειά παιδεία και ήθος. Οι πρώτες συνειδητοποιημένες εμπειρίες και η φάση της κοινωνικοποίησης και πολιτικοποίησης της γενιάς τοποθετούνται στην περίοδο της δικτατορίας της 4ης Αυγούστου.



Η καθοριστική εμπειρία υπήρξε το σαράντα, η γερμανική εισβολή και η κατοχή. Στην κατοχή, τα περισσότερα μέλη της γενιάς της κατοχής συμμετείχαν στο μαζικό αντιστασιακό κίνημα, είτε στα πλαίσια του ΕΑΜ είτε στα πλαίσια άλλων οργανώσεων, όπως η «ιερά ταξιαρχία». Υπήρξαν πολλά θύματα, με επιφανέστερο τον φοιτητή Κίτσο Μαλτέζο.



Μετά την απελευθέρωση, οι μηχανισμοί συνοχής της γενιάς της κατοχής διαλύθηκαν.



Μεγάλο μέρος των μελών της εγκατέλειψε την Ελλάδα για το εξωτερικό (μία μεγάλη ομάδα εκλεκτών νέων αυτής της γενιάς έφυγε με το οπλιταγωγό «Ματαρόα», με υποτροφίες του γαλλικού κράτους, για ανώτερες σπουδές στο Παρίσι. Πολλοί απ' αυτούς ήσαν εκτεθειμένοι πολιτικά με την αριστερά και κινδύνευαν, διότι στην Ελλάδα άρχιζε εποχή εμφυλιοπολεμικών διώξεων και αλληλοσφαγής).



Ένα άλλο μέρος έμεινε, άλλοι στρατεύθηκαν και πολέμησαν στον εμφύλιο, πολλοί εκ των αριστερών φυλακίσθηκαν και υπέστησαν τις συνέπειες της πολιτικής τους ένταξης.



Από την γενιά αυτή αναδείχθηκαν κορυφαίες προσωπικότητες, όπως (ενδεικτικά) ο Κορνήλιος Καστοριάδης, ο Κώστας Παπαϊωάννου, η Ελένη Γλύκατζη-Αρβελέρ, ο Ιάννης Ξενάκης, ο αρχιτέκτων Κανδύλης και όλοι οι σπουδαίοι Έλληνες που διέπρεψαν στο μεταπολεμικό Παρίσι, ενώ στην Ελλάδα κορυφαίοι διανοούμενοι και λογοτέχνες αυτής της γενιάς υπήρξαν ο Ρένος Αποστολίδης, ο Νάνος Βαλαωρίτης, ο Ιάκωβος Καμπανέλλης, ο Μανώλης Αναγνωστάκης, η Κική Δημουλά και πολλοί ακόμη.



Εμβληματικός καλλιτέχνης αυτής της γενιάς είναι ο Μίκης Θεοδωράκης. Παρά τις διαφορές και την έντονη ιδιοτυπία των διανοουμένων και καλλιτεχνών της γενιάς της κατοχής, κοινά χαρακτηριστικά όλων υπήρξαν η ανεξαρτησία του πνεύματος, η εντιμότητα, η εξαιρετική παιδεία, η υψηλού επιπέδου χρήση της γλώσσας, ο πατριωτισμός.



Ένα ενδιαφέρον ζήτημα είναι ο πολιτικός προσανατολισμός αυτής της γενιάς.



Οι κυριότεροι διανοούμενοι αυτής της γενιάς υπήρξαν σημαντικότατοι αντίπαλοι του μαρξισμού σε ευρωπαϊκό επίπεδο, είτε ήσαν, ως νέοι, αντιμαρξιστές είτε -και κυρίως- είχαν υπάρξει μέλη του ΕΑΜ. Στην Γαλλία, π.χ., τον παραδοσιακό μαρξισμό αποδόμησαν θεωρητικά οι Καστοριάδης και Παπαϊωάννου, επί κατοχής αμφότεροι μέλη οργανώσεων μαρξιστικού προσανατολισμού.



Ένα άλλο ενδιαφέρον στοιχείο είναι η αποτυχία της γενιάς αυτής να συγκροτηθεί σε σώμα και να διαδραματίσει συλλογικά πολιτικό ρόλο, όπως π.χ. η «γενιά του πολυτεχνείου». Μετά την απελευθέρωση, η γενιά αυτή έγινε πανσπερμία, μεγάλο μέρος της ξενιτεύτηκε, όσοι έμειναν στην Ελλάδα ή περιθωριοποιήθηκαν ή συμβιβάστηκαν με τον παλαιοκομματισμό, που παλινορθώθηκε με τις εκλογές του 1946.



Τα ριζοσπαστικά και αναμορφωτικά όνειρα εξαφανίστηκαν στο θολό μετεμφυλιακό τοπίο. Ένα μέρος της γενιάς της κατοχής στράφηκε σε επαναστατική κατεύθυνση. Ήσαν αξιόλογοι άνθρωποι, αλλά πίστεψαν ότι μία στρατιωτική παρέμβαση τύπου Γουδί θα μπορούσε να τους φέρει στην εξουσία, προκειμένου να πραγματοποιήσουν τον ριζικό μετασχηματισμό, που θα ήταν η απάντηση στην νεοελληνική παρακμή.



Διαψεύσθηκαν οικτρά όταν, αντί για μία επανάσταση τύπου 1909, βρέθηκαν να υπηρετούν μία τριτοκοσμική δικτατορία, που οδήγησε την χώρα στην καταστροφή. Λίγοι ήσαν αυτοί πού είχαν την υπομονή να περιμένουν. Ο Αναστάσης Πεπονής, ο Γεώργιος-Αλέξανδρος Μαγκάκης και μερικοί ακόμη, που δεν εξετέθησαν στην πολιτική προδικτατορικά, συμπεριελήφθησαν στο νεοπαγές ΠΑΣΟΚ (Ο Ανδρέας Παπανδρέου ήταν ηλικιακά, αλλά όχι οργανικά μέλος της γενιάς της κατοχής, αφού εγκατέλειψε την Ελλάδα πριν τον πόλεμο).



Στη «Νέα Δημοκρατία» πήγαν ακόμη λιγότεροι. Όλοι όμως διατήρησαν, στους πολιτικούς χώρους που εντάχθηκαν, την ιδιοτυπία τους, την ακεραιότητά τους, την αυτονομία τους και έμειναν μακριά από παλαιοκομματικά ήθη. Ένας από αυτούς, εκ των επιζώντων μιας θυελλώδους εποχής, ο καθηγητής της φιλοσοφίας (και υπουργός πολιτισμού των κυβερνήσεων του Κωνσταντίνου Καραμανλή) Δημήτριος Νιάνιας, αφηγείται στην «Νέα Πολιτική».



Νικόλας Γεωργιακώδης







Νικόλας Γεωργιακώδης (ΝΓ): Τα κίνητρα της αντίστασης κατά των κατακτητών πέρασαν μέσα από πολλές διαφοροποιήσεις. Θα θέλατε να μιλήσουμε για τα βασικά ηθικά και ιδεολογικά κίνητρα της αντίστασης και την έκβαση της προσπάθειάς της;



Δημήτριος Νιάνιας (ΔΝ): Ερώτημα δύσκολο και απαιτεί ανάλυση. Θα προσπαθήσω.



Ήταν χρόνια ηθικής και πολιτικής δοκιμασίας, κάτω από συνθήκες συνωμοτικότητας, έλλειψης ελεύθερου λόγου και γενικής υποψίας. Και ο εχθρός -οι Γερμανοί- ήταν παντού.



Η ανάπτυξη πολιτικής κοινωνίας και πολιτικών δυνάμεων, τόσο στο σύνολό τους όσο και για την κάθε πολιτική μερίδα χωριστά, ήταν δύσκολη. Παρ' όλα ταύτα ο αντιστασιακός άθλος ανελήφθη από ενιαία συνείδηση χρέους. Στο σύνολό της, δίνει την εικόνα πανστρατιάς.



Εξ αρχής λοιπόν πρέπει να τονισθεί ότι ήταν το ίδιο βασικό κίνητρο που εκίνησε τους νέους όλων των τάξεων και επιπέδων: φοιτητών, αγροτών, εργατών κ.ά. -η πατριωτική επιταγή. Δεν επρόκειτο περί κατασκευασμένης ιδεολογίας. Επρόκειτο για αρχέτυπο-κίνητρο ιστορικής ζωής, ενσωματωμένο στην ψυχολογική και κοινωνική σύσταση του Έλληνα.



Σήμερα βέβαια, ο πατριωτισμός έχει μπει στην αγορά των αμφισβητήσεων. Grosso modo, θεωρείται –μεταφράζεται- ειδικά ως «επιθετικός εθνικισμός» και είναι αρκετοί διανοούμενοι που προωθούν την ερμηνεία αυτή ως μέρος μιας ιδεολογίας. Η ρητορική της αμφισβήτησης ασκεί γόητρο -επίσης διότι ο «πατήρ» Γκράμσι (Gramsci) συμβουλεύει τη μεταφορά του κοινωνικού αγώνα από τα μέτωπα της ανοιχτής κοινωνικής πάλης και σύγκρουσης, στον χώρο της εννοιολογικής και ρητορικής υπονόμευσης του υποτιθέμενου «εχθρού» -του πατριωτισμού.



Με αυτή την εξίσωση «πατριωτισμού»-«εθνικισμού» δημιουργείται γενικότερα το πλαίσιο προώθησης της παγκοσμιοποίησης -που απεχθάνεται ως διαβολικά εμπόδια τις εθνικές ομάδες, τα εθνικά κράτη, που σημαίνουν εθνικά σύνορα, εθνικές αγορές όσο και εθνικές συνειδήσεις, που προκαλούν διασπάσεις της επιδιωκόμενης ενιαίας καταναλωτικής αγοράς -της ρυθμιζόμενης καταλλήλως- σε «επιτόπια παζάρια» επιτοπίως ελεγχομένων πολιτικών δυνάμεων.



Η μεταεννοιολόγηση του πατριωτισμού ως «επιθετικού εθνικισμού», είναι μεν ανιστορική, αλλά ιδίως διευκολύνει μεταβολές στη συνοχή των εθνικών συνειδήσεων και ως εκ τούτου είναι άκρως επωφελής στον μέγα κόσμο της ελεύθερης οικονομίας.



ΝΓ: Ποιες ήταν οι βαθύτερες καθώς και οι πιο συγκεκριμένες συνθήκες της ομόθυμης συστράτευσης των νέων κατά την κατοχή;



ΔΝ: Τα αίτια αυτά, ήταν προϊόντα του ίδιου πολιτικού κόσμου και των ίδιων πολιτικών βλέψεων. Οι βασικές τραυματικές εμπειρίες είχαν σχηματισθεί σε μια παλαιότερη εποχή (1920-1930) και σε μια νεότερη (1930-1940) και προδιέγραψαν τον τρόπο που θα βλέπαμε από την νηπιακή μας ακόμα ηλικία, το περιβάλλον μας, θα νιώθαμε τον άνθρωπο ως κοινωνική ύπαρξη και θα αντιμετωπίζαμε ψυχολογικά και λογικά τα γεγονότα της ζωής.



Η πρώτη διαμορφωτική εμπειρία ήρθε από την συντριπτική καταστροφή της Μικράς Ασίας.



Σε πολλούς από εμάς που ζούσαμε στα νησιά απέναντι από την Σμύρνη, την Πέργαμο, την Φώκαια, τις Κυδωνίες, η καταστροφή τους ήταν αισθητή -εντονότερη απ' όπου αλλού.



Η τραγωδία ήταν ορατή -απτή, πυρωμένο σίδερο που σφράγισε την συνείδησή μας. Ήταν κάτι περισσότερο από άκουσμα. Τους δρόμους είχαν πλημμυρίσει χιλιάδες ανάπηροι, ρακένδυτοι, περιφερόμενοι, ζητώντας λίγο ψωμί ή έναν οβολό, παιδιά, γέροι, γυναίκες σε απελπισία. Ικέτευαν για ψωμί, ένα σκέπασμα, ένα παιδικό πουκάμισο. Είναι γνωστά σε όλους.



Αργότερα είδα πόσο οι συμφοιτητές μου, απ' όλα τα μέρη της Ελλάδας και της Κύπρου, είχαν μέσα τους την ίδια πείρα, της απώλειας: εθνικού χώρου και καταστροφής ολοκλήρων κοινωνιών. Αυτή ήταν η πρώτη, οριστική εγγραφή στην αδιάπλαστη συνείδησή μας.



Μας συνόδευσε ως κίνητρο δράσης στην μετέπειτα εθνική και πολιτική ζωή.



Η δεύτερη εμπειρία ήταν άλλης ποιότητας. Είχε εσωτερική κατασκευή -γέννημα της πολιτικής- και ήταν συγκλονιστικότερη. Ήταν πρωτοφανής και πρωτάκουστος η πράξη που μας την προξένησε: ένα κοινοβούλιο, ελληνικό και δημοκρατικό, μετά συζήτηση και ψήφο, εκήρυξε εκτός νόμου το φρόνημα και το δικαίωμα πολιτικής οργάνωσης μιας νεαρής πολιτικής παράταξης, που συνέβαινε να είναι παράταξη των πιο φτωχών τάξεων -«των ταπεινών και καταφρονεμένων»- εργατών όλων των κατηγοριών απόκληρων. Ήταν ο διαβόητος «ιδιώνυμος νόμος» του 1929, η ντροπή της δημοκρατίας -διεθνώς.



Οι διώξεις -που είχαν ήδη μια προϊστορία- έφθασαν ως τα τελευταία χωριά του Αιγαίου, της Μακεδονίας, της Θράκης, σ' όλη την Ελλάδα.



Τότε κρύφθηκαν στους κόρφους των μαθητών τα βιβλία του Βάρναλη, του Κορνάρου, κ.ά. Παρανομία: τότε γεννήθηκε συστηματοποιημένη. Τα μικρά νησιά γέμισαν από εξόριστους. Και όταν, μετά 10-12 χρόνια, άνοιξαν οι φυλακές, πήραν τα βουνά (1941). Το «δημοκρατικό ιδιώνυμο» είχε ήδη δημιουργήσει μια στρατιά ανθρώπων αποφασισμένων να υπερασπίσουν τις θέσεις τους και να αξιοποιήσουν το σύστημα συσπείρωσης που κατόρθωσαν, με απίστευτη ευφυΐα, να δημιουργήσουν έγκλειστοι στις φυλακές.



Στις φυλακές του Ναυπλίου είχε επιζήσει μικρός αριθμός. Ερχόταν η ώρα τους. Η αντίσταση θα γινόταν μέρος της γενικής τους στρατηγικής, μολονότι στις τάξεις της επέρασαν νέοι, όχι κατ' ανάγκην ομοϊδεάτες αλλά με πρώτο κίνητρο τον πατριωτισμό.



Έτσι, κοντά στον «εθνικό διχασμό», ο ίδιος στο σύνολό του κόσμος, εξαπέλυσε τον κοινωνικό διχασμό. Η διεθνής συγκυρία -διεθνείς πόλεμοι και φασιστική εισβολή- ενίσχυσαν τις επιδιώξεις τους.



ΝΓ: Αυτές οι πρώτες εμπειρίες συναντιόνταν στο να οργανωθεί η αντίσταση, μεταξύ των άλλων και ως έκφραση μιας νέας προσπάθειας ανασυγκρότησης του κράτους και της κοινωνίας;



ΔΝ: Το βασικό ήταν ότι οι όροι της πανελλήνιας αντίστασης κατά των κατακτητών στο σύνολό της ενέκλειαν την δυνατότητα να μεταβληθεί σε «μεγάλη ευκαιρία» πολιτικής επικράτησης για έναν από τους μετόχους της. Και γρήγορα άρχισαν να διαφαίνονται τάσεις σε βουνά και πόλεις, αυτής της επιδίωξης.



Ένας νέος διχασμός είχε εγκατασταθεί. Το κοινωνικό όμως αίτημα δεν μπορούσε να επικρατήσει επάνω στο εθνικό. Όπως και δεν έγινε αυτό ούτε στην Γαλλία, ούτε στην Ιταλία. Λάθος επιλογή, λάθος στον χρόνο, στο φρόνημα, στις παρατεταγμένες δυνάμεις και στα όπλα τους, στις διεθνείς συγκυρίες και στη συμμαχική υποστήριξη.



Έτσι, ο κοινωνικός διχασμός δεν αντιμετωπίσθηκε ούτε δυναμικά, ούτε ιδεολογικά. Αντίθετα, όταν μέσα από την αρχική πρόθεση (1941-44) μετεβλήθη αργότερα (1946-49) σε επιδίωξη μέσω ένοπλου «δημοκρατικού στρατού», η λύση απέτυχε. Εξ άλλου, ο εθνικός διχασμός έσπρωχνε σε ασυνεννοησία τις αστικές πολιτικές δυνάμεις, των οποίων, πάντως, ο πατριωτισμός δεν μπορούσε να αγνοηθεί. Αλλά ο διχασμός, διχασμός!



Η μεταβολή στο όλο τοπίο εξελισσόταν γρήγορα την περίοδο της κατοχής. Και όταν οι επιχειρήσεις εκκαθάρισης αντιπάλων -ή πιθανών αντιπάλων- μεταφέρθηκαν στα μετόπισθεν, στις πόλεις, υπήρξε ένδειξη ότι ένοπλη σύρραξη επέρχεται. Η αντίσταση οριστικοποιεί τα δικά της μέτωπα στα βουνά και τις πόλεις. Τώρα, η ετικέτα «προδοσία» μπορούσε να επικολληθεί παντού: σε ομάδες, σε στελέχη όλων των ιδεολογιών ανεξαιρέτως κομμάτων, σε ενέργειες, καταστάσεις ακόμα και σε υψηλόβαθμα στρατιωτικά πρόσωπα.



Και αυτό έγινε ευκολότερο όταν οι Γερμανοί βρήκαν εύκολα σύμμαχους μέσα στις λαϊκές τάξεις της κακουχίας, της υπαίθρου και των Αθηνών. Αλλά η μεγάλη καμπή σημειώθηκε στην μετα-αντιστασιακή περίοδο. Και ήταν η προέκταση στον μετασχηματισμό του «δημοκρατικού στρατού», που διακηρύχθηκε ανοικτά ως κομματική πρωτοβουλία.



Αυτό επιβεβαίωσε την αρχική εκτίμηση για το αριστερό κίνημα και τις αρχικές αντστασιακές του προθέσεις. Οι νέοι, πάντως, εξακολουθούσαν να προσέρχονται στα πεδία της θυσίας, να πιστεύουν σε κάποιο όραμα -πολιτικά νόμιμο και ευεργετικό- το οποίο συγκινούσε, κάτω από το σκότος και πέρα από τον κοινό στόχο της πάλης κατά των ξένων. Να πιστεύουν ακόμα στην αξιοποίηση των θυσιών τους στην Αλβανία και αλλού, στην στρατηγική σημασία της μάχης της Κρήτης και στις αναμενόμενες επιτυχίες της ελληνικής διπλωματίας.



Η στάση του πολιτικού αστικού κόσμου, μέσα στη μεγάλη χοάνη του αντιστασιακού πατριωτισμού, είχε ελάχιστη πραγματική δύναμη ή απήχηση. Ο παλαιός εθνικός διχασμός -που ήταν γέννημά του- φαίνεται να παίζει ρόλο στους υπολογισμούς του. Αλλά η νεολαία οιασδήποτε παράταξης ήταν μακριά του. Ένα σχήμα ανανεωμένης προσέγγισης είχε προτείνει ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος. Αλλά δεν ήταν πια η ώρα για να ακουσθεί.



Ο χάρτης μιας επερχόμενης αντιπαράθεσης είχε σχηματισθεί, πολύ πριν λήξει η περίοδος της αντίστασης κατά των ξένων, δηλαδή προ του 1944. Στο τραπέζι των αποφάσεων των αστικών κομμάτων έπαιζε επίσης ρόλο το χαρτί των προσωπικών προκαταλήψεων, αναμνήσεων και αντιπαθειών.



Ένα παράδειγμα (εκ προσωπικής μου πείρας): ο Καφαντάρης δεν ήθελε ούτε ζωγραφιστό τον Γεώργιο Παπανδρέου, ο οποίος εν τω μεταξύ είχε δραπετεύσει στην Αίγυπτο, οργάνωσε έναν τύπο συνένωσης πολιτικών και στρατιωτικών δυνάμεων στην Ελλάδα και το εξωτερικό. Είχε προηγουμένως αποστείλει μια μακρά, πλατειάς όρασης έκθεση στο συμμαχικό στρατηγείο, για λύση των αδιεξόδων της αντίστασης και συγκρότησης της μεταπολεμικής-ελεύθερης πολιτικής ζωής.



Η συμφωνία του Λιβάνου φάνηκε να υποτάσσει τα προσωπικά πολιτικά συμφέροντα στο εθνικό συμφέρον, και όλα τα στρατιωτικά τμήματα στο κοινό συμμαχικό στρατηγείο (Καζέρτα). Έτσι, η ώρα της επίσημης αναγνώρισης από τη συμμαχία της συμβολής και χρησιμότητας κάθε μιας από τις ένοπλες αντιστασιακές οργανώσεις είχε φθάσει.



Μέσα σ' αυτήν και οι αντιστασιακές οργανώσεις της πόλης αποκτούσαν ένα ηθικό όπλο και σαφή σκοπό. Και, όπως απεδείχθη, και διπλωματική αξία για τις δυσκολίες των συνθηκών της απελευθέρωσης. Υπήχθησαν και αυτές στο γενικό στρατηγείο -όπως κι εκείνες των βουνών- και τους ανετέθη κανονική στρατιωτική αποστολή, κατά τις θεοσκότεινες νύχτες της εκκένωσης των Αθηνών (Οκτώβριος 1944).



Οι οργανώσεις αντίστασης των Αθηνών ήταν πολλές. Η σύγκρουση μεταξύ τους απεδείχθη αναπόφευκτη -κάτω, ιδίως, από συνθήκες υπόγειας αντίστασης και υποχθόνιας υπονόμευσης. Δεν υπήρξε βέβαια ποτέ πλήρης και πειστική περιγραφή των συνθηκών σύγκρουσης, ούτε αντικειμενική επιδίκαση ευθυνών.



Οργανώσεις, πάντως, όπως «πανελλήνιος ένσωσις αγωνιζομένων νέων» (ΠΕΑΝ), «ιερή ταξιαρχία», ΡΑΝ και ΕΣΑΣ, δεν μετείχαν στον «εμφύλιο της πόλης» ενώ οι συγκρούσεις των «δεκεμβριανών» λογαριάστηκαν ως παραβίαση των δεσμεύσεων που επέβαλλε στρατιωτικώς η «Καζέρτα» και πολιτικώς η Γιάλτα.



Οι δύο πρώτες αντιστασιακές οργανώσεις (ΠΕΑΝ και «ιερή ταξιαρχία») ήταν αποκλειστικώς δημιουργήματα του Παναγιώτη Κανελλόπουλου, ενώ στις άλλες δύο τα κύρια στελέχη ανήκαν συχνά στους φίλους του. Η ενωτική ιδεολογία του αξέχαστου καθηγητή συγκινούσε τους νέους και μία μικρή έκδοση με τίτλο «Θα σας πω την αλήθεια» τους είχε συναρπάσει.



Βέβαια, κοινό χαρακτηριστικό όλων των αθηναϊκών σχηματισμών ήταν τα άνετα περιθώρια στα οποία μπορούσαν να κινηθούν τα μέλη τους σε άλλες συγγενείς οργανώσεις. Και ο ρόλος τους ήταν κυρίως η στήριξη του ηθικού του πληθυσμού με παράνομο τύπο, διακηρύξεις, τοιχοκολλήσεις αντιστασιακών μηνυμάτων και συνθημάτων -το σύστημα είχε τεράστια επιτυχία.



Ο τίτλος της ΡΑΝ (Ρωμυλία, Αυλών, Νήσοι) μιλούσε για την επιδίωξη της πολιτικής της -και μετά τον εξοπλισμό της από τους συμμάχους, πριν από την αποχώρηση των Γερμανών (θέρος του 1944), της είχε ανατεθεί ο ρόλος της διαφύλαξης της τάξης, όπως είπαμε, στις αινιγματικές εκείνες νύχτες της αποχώρησης των Γερμανών. Ο οπλισμός παρεδόθη στο κράτος και οι νέοι της, ήρεμοι, όπως και τα μέλη του «ιερού λόχου» της Ηπείρου, που ήταν δημιούργημα του ΕΣΑΣ και της «ιερής ταξιαρχίας», επέστρεψαν στις δουλειές τους.



ΝΓ: Ποια ήταν η κατάληξη της όλης αντίστασης;



ΔΝ: Ως προς τους νέους: αυτοί εκπλήρωσαν το τίμημα μιας αδιέξοδης εθνικής αντίστασης, η οποία τελικά εις ουδέν επέτυχε. Οι δε χιλιάδες νεκροί της προστέθηκαν σ' εκείνους της Αλβανίας, που επίσης δεν βρήκαν δικαίωση.



Η δεκαετία 1940-50, γεννημένη στο αίμα, πήγε ιστορικά τελείως χαμένη. Μέσα σ' αυτήν την σκοτεινή εικόνα των 30-35 ετών, ψυχώσεις, συμφέροντα, βλέψεις, παροξυσμοί έκαναν τις επιλογές τους. Ανακήρυξαν μάρτυρες, ήρωες, κατέταξαν «προοδευτικούς» και «συντηρητικούς» και εξακολουθούν να στήνουν ανδριάντες, ηρώα, μνημεία, που μιλούν συνήθως διαφορετική γλώσσα.



Στο επίπεδο της δημόσιας ζωής -εθνικής και πολιτικής- τα αποτελέσματα ήταν: η απώλεια του κλίματος διαλόγου μεταξύ ιδεολογιών. Η απώλεια της ειρηνικής ανανέωσης της πανεπιστημιακής και κοινοβουλευτικής ζωής και της ριζικής αναβάθμισης των οικονομικών του κράτους και της κοινωνίας και η καταβολή τόσου αίματος χυμένου εις μάτην και ουδέποτε αξιοποιηθέντος -από κανέναν.



ΝΓ: Σε όλη αυτή την διαδρομή 60-70 ετών, ο στρατός έπαιξε ιδιαίτερο ρόλο. Θα θέλαμε ένα σχόλιό σας.



ΔΝ: Το χαρτί του στρατού θα χρησιμοποιηθεί ποικιλοτρόπως στον πολιτικό ανταγωνισμό επί 60 χρόνια, έως το 1974. Η μεταβολή του ρόλου του και η δράση του στους εσωτερικούς πολιτικούς ανταγωνισμούς, μονιμοποιεί την σύρραξη μεταξύ δύο πολιτικών παρατάξεων.

Η κατάσταση αρχίζει με την δημιουργία του κράτους της Θεσσαλονίκης (1916). Θα ενισχυθεί από την δύναμη που θα αποκτήσει με την συμμετοχή του στον Α' παγκόσμιο πόλεμο.



Ο διορισμός αρχιστρατήγων εμπιστοσύνης -για τους σχεδιασμούς της πολιτικής ηγεσίας- θα επιτείνει τη πολιτική «σταδιοδρομία» του στρατού στο σύνολό του. Η εκστρατεία στη Μικρά Ασία θα είναι ένα παράδειγμα.



Και ακολουθεί ο καταιγισμός των στρατιωτικών κινημάτων. Το κίνημα του 1922-23 των Πλαστήρα-Γονατά, η δικτατορία του Παγκάλου, τα κινήματα του 1933-35, η δυναμική επέμβαση του Κονδύλη (1935).



Η παράδοση αυτή διαπέρασε όλα τα χρόνια και έφθασε έως την δικτατορία των συνταγματαρχών (1967). Στο μεταξύ, τα πρόσωπα δύο μεγάλων στρατιωτών, του ναυάρχου Παύλου Κουντουριώτη και του στρατηγού Αλεξάνδρου Παπάγου, κατέλαβαν τα ανώτατα αξιώματα: προέδρου δημοκρατίας και πρωθυπουργού, ενώ ο στρατηγός Ιωάννης Μεταξάς, διοργάνωσε τον στρατό που ενίκησε τους Ιταλούς.



Όχι ότι τα πράγματα από την άλλη πλευρά έτυχαν ικανών χειρισμών, παρά την συνδρομή ευνοϊκών γι' αυτήν περιστάσεων. Αποφάσεις και πρακτικές στον πολιτικό, στρατιωτικό και διπλωματικό τομέα της πολιτικής τους, στηρίζουν την άποψη αυτή. Στον πολιτικό τομέα, πολιτικοί αρχηγοί και στελέχη επιρροής κηρύσσονται -υπό καθεστώς εμφυλίου πολέμου- ιδεολογικά ύποπτοι και προδότες και αντικαθίστανται. Αλλά είναι κάτω από την εξουσία αυτών, που διεξήχθη ο αιματηρός αγώνας οκτώ ετών.



Στον στρατιωτικό τομέα, η τύχη των μονάδων και η διεξαγωγή των επιχειρήσεων από τάγματα, συντάγματα και μεραρχίες, παραδίδονται στις εμπνεύσεις και τις ικανότητες κατωτέρων στρατιωτικών στελεχών (μονίμων ή εφέδρων) και συχνά σε τυχαίους πολίτες, με μόνα εφόδια την αφοσίωση στο κόμμα και την αποδοχή τους ως πρόσωπα. Υπ' αυτές τις συνθήκες επρόκειτο να αντιμετωπισθεί ένας κρατικός στρατός οργανωμένος σε μεταφορές, διαβιβάσεις, εφοδιασμό, πολυβόλα, αεροπορία και με την πρακτική ανανέωσης και ηγεσίας μέχρι της τελικής αναθέσεώς της στου Α. Παπάγο;



Στον διπλωματικό τομέα η τραγική κατάσταση είναι χειρότερη: απέτυχε η πρόβλεψη της κινητοποίησης του ξένου παράγοντος –όπως και της αντίδρασης των δυτικών- της ουσιαστικής αρνητικής στάσης της ΕΣΣΔ, του παράγοντος της Γιουγκοσλαβίας και της απουσίας συνδρομής εξ άλλων χωρών -κατά το ισπανικό πρότυπο.



Τέλος, στο μετεμφυλιακό καθεστώς η αποτυχία έφθασε μέχρις απελπισίας στον χειρισμό των προσφύγων και στην διάθεση τους να παραμείνουν σε ξένες χώρες.



ΝΓ: Ένα τελικό συμπέρασμα;



ΔΝ: Μολονότι είμαι πρόθυμος να διορθώσω τις σκέψεις μου και να επανορθώσω λάθη συλλογιστικής, πρέπει να υποστηρίξω τα ακόλουθα: η αστική ελληνική δημοκρατία παρήγαγε δύο διχασμούς και αλυσίδα στρατιωτικών κινημάτων και απέτυχε παταγωδώς.



Ήταν η δημοκρατία που αναζητεί τα στρατιωτικά δεκανίκια. Εξάλλου, η σοσιαλιστική επιχείρηση δημιουργίας άλλου τύπου κράτους, παρήγαγε πόλεμο και ανανεωμένο διχασμό.



Η αποτυχία υπήρξε συγκλονιστική. Με αυτές τις μνήμες και τις εμπειρίες, κατά την μεταπολίτευση, και σε απόλυτα ελεύθερο πλαίσιο δημοκρατικής έκφρασης -που για πρώτη φορά στην νεότερη ελληνική ιστορία κατοχύρωσε την λειτουργία της δημοκρατίας- ανεδείχθη μια τρίτη πολιτική πρόταση, ένα νέο σχέδιο εξαγγελιών και προθέσεων. Το 1981 σάρωσε τον παραδοσιακό χώρο αριστεράς και δεξιάς.



Υπ' αυτές τις συνθήκες τώρα, αναζητούμε τρόπους επιβίωσης εντός ενός κόσμου μεταβαλλόμενου, αδίστακτου ανταγωνισμού δυνάμεων και διακρατικών ραδιουργιών.



--------------------------------------------------------------------------------
Ο Δημήτριος Νιάνιας είναι καθηγητής φιλοσοφίας, πρώην στέλεχος της «Νέας Δημοκρατίας», πρώην βουλευτής, ευρωβουλευτής και υπουργός

Δεν υπάρχουν σχόλια: